«Ο Ιησούς τής λέει: Γυναίκα, πίστεψέ με, ότι,
έρχεται ώρα, κατά την οποία ούτε σε τούτο το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήσετε
τον Πατέρα. […] έρχεται ώρα, και ήδη είναι, όταν οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν
τον Πατέρα με πνεύμα και με αλήθεια· επειδή, ο Πατέρας τέτοιου είδους ζητάει να
είναι εκείνοι που τον προσκυνούν». Ιωάννης 4:21-23.
Πολλή κουβέντα έγινε για το αν έπρεπε ή όχι
να κλείσουν οι εκκλησίες και οι χώροι συναθροίσεων για θρησκευτικούς σκοπούς,
με στόχο τον περιορισμό της επιδημίας του κορωναϊού που πλήττει ανθρώπους και
κράτη.
Αυτή η διγνωμία -για να μην πούμε η ξεροκεφαλιά, έγκειται στο ότι δεν έχει γίνει αντιληπτό
τι σημαίνει εκκλησία. Τελικά, τι είναι εκκλησία;
Εκκλησία δεν είναι οι τοίχοι, το άκουσμα
του ευαγγελίου, το «στασίδι» του καθενός, η ψαλμωδία, η θεία κοινωνία ή ό,τι
άλλο. Εκκλησία είναι πρώτα απ’ όλα οι άνθρωποι που αγαπούν και υπηρετούν τον Ιησού Χριστό. Είναι όσοι ανήκουμε στον ίδιο Σωτήρα, τον οποίο λατρεύουμε με
πνεύμα και αλήθεια όπου κι αν είμαστε. Ο Θεός δεν ενδιαφέρεται με τον τρόπο που
οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τον χώρο, το παρουσιολόγιο, το τελετουργικό ή τις διακονίες
ως το ουσιαστικό μέρος της λατρείας ενός πιστού. Όχι πώς αυτά δεν έχουν την
αξία τους, αλλά σε δύσκολες όπως και σε εύκολες ώρες, είναι η σχέση μας με τον Θεό
και με τους αδελφούς μας που μας ενώνει σε εκκλησία, και όχι ο χώρος και οι
τελετουργικές μας συνήθειες.
Η πρώτη χριστιανική εκκλησία το ήξερε καλά
αυτό και ήταν πολύ πιο χρήσιμη, ενεργή και ευέλικτη σε σύγκριση με το
αγκυλωμένο ιουδαϊκό κατεστημένο. Η πρώτη εκκλησία απαρτιζόταν από απλές μονάδες πιστών και δεν είχε μεταλλαχτεί σε δύσκαμπτο θρησκευτικό σύστημα. Μπορούσαν να συναχτούν οπουδήποτε, ελάχιστοι ή πολλοί, να ψάλλουν, να
διαβάσουν τις γραφές, να προσευχηθούν, να τελέσουν τη θεία κοινωνία, να
καλύψουν ανάγκες, έως τη στιγμή που η ζωή τους ταραζόταν ξαφνικά από έναν διωγμό, μια συμφορά, μια
ταραχή και έπρεπε να σκεφτούν νέους τρόπους για να επιβιώσουν αλλά και να
μείνουν ενωμένοι με τον Χριστό και μεταξύ τους.
Η εκκλησία εξακολουθούσε να υπάρχει, ν’
αυξάνει και να υπηρετεί τον κόσμο γύρω της ακόμη και όταν το υπόλοιπο
κοινωνικό, πολιτικό ή οικονομικό σύστημα είχε καταρρεύσει. Και αυτό επειδή οι
πιστοί παρέμεναν δεμένοι με τον Κύριο και μεταξύ τους, χωρίς να εξαρτώνται από
τόπους και τελετουργικά. Συνέχιζαν να κηρύττουν, να προσεύχονται, να
ενθαρρύνουν, να υπηρετούν, ακόμη και όταν οι βεβαιότητες και οι συνήθειες της ζωής τους είχαν ανατραπεί. Αρκεί να μην ανατρεπόταν η πίστη και αγάπη τους για τους αδελφούς
και τους συνανθρώπους τους. Για όλα τα υπόλοιπα έβρισκαν και δρόμους και
τρόπους. Αυτό είναι που ο Θεός μάς καλεί και εμάς να κάνουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου