"Επειδή, ξέρω ότι μέσα μου δεν κατοικεί αγαθό [...] Ω, ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ· ποιος θα με ελευθερώσει από το σώμα αυτού τού θανάτου; Ευχαριστώ τον Θεό διαμέσου τού Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας". Ρωμαίους 7:18,24-25
Η σκηνή διαδραματίζεται στις όχθες της λίμνης του Οντάριο καθώς μία ομάδα νέων διασκεδάζει στο νερό. Ξαφνικά, ένας απ' αυτούς αρχίζει ν' απομακρύνεται από την όχθη και να κολυμπάει μόνος του. Ενώ έχει ανοιχτεί αρκετά, τον πιάνει κράμπα και αρχίζει να καλεί σε βοήθεια. Ο ναυαγοσώστης, που βρίσκεται έξω και παρακολουθεί ήρεμα τη σκηνή μαζί με κάποιο φίλο του, δεν κάνει καμιά κίνηση να βοηθήσει, παρά τα απεγνωσμένα σήματα πανικού και πόνου του κολυμβητή. Ο φίλος του, που τον κοιτάζει ανήσυχος, ξεσπάει: "Καλά, δε βλέπεις ότι ο νέος αυτός πνίγεται; Τι κάθεσαι και τον κοιτάς;" Ο ναυαγοσώστης, που ξέρει καλά τη δουλειά του, του απαντά: "Φυσικά και τον βλέπω και θα μπω να τον σώσω". Πράγμα το οποίο και έκανε μετά από λίγα λεπτά. Πλησιάζοντας τον ανόητο κολυμβητή με γρήγορες απλωτές, τον βρίσκει σχεδόν εξαντλημένο, με τις δυνάμεις του να τον έχουν πια εγκαταλείψει. Τον μαζεύει και τον βγάζει έξω στη στεριά.

Κατ' αυτόν τον τρόπο ενεργεί συχνά και ο Θεός. Περιμένει έως τη στιγμή που κάποιος θα βρεθεί στο τέλος των δυνάμεών του, για να καταλάβει ότι είναι ανίκανος να σωθεί με τις δικές του προσπάθειες. Μέχρι ν' αντιληφθεί ο άνθρωπος ότι δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό για να ελευθερωθεί από την αμαρτία, ο Θεός δεν επεμβαίνει αλλά περιμένει τη στιγμή, που κουρασμένος, θ' αφεθεί με μετάνοια και αναγνώριση της αδυναμίας του μπροστά Του. Τότε, με αγάπη και συμπόνοια, θ' απλώσει τα δυνατά Του χέρια για ν' αγκαλιάσει το ταλαιπωρημένο από την αμαρτία πλάσμα Του που Τον καλεί σε βοήθεια και θα το οδηγήσει σε ασφαλή ακτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου